Η ανθοφορία την παράξενης ορχιδέας – του H. G. Wells – 1911 $English:The flowering of the strange orchid – by H. G. Wells – 1911
Το παρόν αποτελεί πρώτη μετάφραση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα. Το πρωτότυπο κείμενο του 1911 μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.
Η αγορά των ορχιδέων εμπεριέχει μια δόση υποθέσεων. Έχεις μπροστά σου έναν καφετί ζαρωμένο σβόλο από ιστό και για όλα τα υπόλοιπα πρέπει να εμπιστευτείς την κρίση σου, ή τον δημοπράτη, ή την καλή σου τύχη, ανάλογα με την τάση του γούστου σου. Το φυτό μπορεί να είναι ετοιμοθάνατο ή νεκρό, ή μπορεί να είναι μια αξιοσέβαστη αγορά, δίκαιης αξίας για τα χρήματά σου, ή ίσως – μιας και κάτι τέτοιο συνέβη ξανά και ξανά – να ξετυλιχτεί μπροστά στα έκπληκτα μάτια ενός ευτυχισμένου αγοραστή, μέρα με την μέρα, μια νέα ποικιλία, ένας νέος πλούτος, ένα παράξενο στριφογύρισμα στο χείλος, ή μια λεπτότερη απόχρωση ή ένας απρόσμενος μιμητισμός. Υπερηφάνεια, ομορφιά και κέρδος, ανθίζουν μαζί σε ένα πράσινο ανθοφόρο, ακόμη -μπορεί- και αθανασία. Μιας και το νέο θαύμα της φύσης ίσως χρειαστεί ένα νέο ιδιαίτερο όνομα, και τι ποιο βολικό από αυτού που το ανακάλυψε; John-smithia! Υπήρξαν και χειρότερα ονόματα.
Ήταν ίσως η ελπίδα για μια τέτοια ευτυχή ανακάλυψη που έκανε τον Winter Wedderburn τόσο συχνό ακόλουθο σε αυτές τις πωλήσεις – αυτή η ελπίδα και επίσης ίσως το γεγονός πως δεν είχε τίποτε άλλο ενδιαφέρον να κάνει. Ήταν ένας ντροπαλός, μοναχικός, μάλλον άκαρπος άντρας, εφοδιασμένος με αρκετά εισοδήματα ώστε να κρατά μακριά το κέντρισμα της αναγκαιότητας και ανεπαρκές σθένος να αναζητήσει κάποια απαιτητική απασχόληση. Θα μπορούσε να συλλέγει γραμματόσημα ή νομίσματα, ή να μεταφράζει Οράτιο, ή να δένει βιβλία, ή να ανακαλύπτει ένα είδη διατόμων. Αλλά, όπως συνέβη, καλλιεργούσε ορχιδέες και είχε ένα μικρό φιλόδοξο θερμοκήπιο.
Φαντάζομαι, είπε καθώς έπινε τον καφέ του, πως κάτι θα μου συμβεί σήμερα. Μίλησε κινούμενος και σκεπτόμενος αργά.
Ω, μη το λέτε! Είπε η οικονόμος του – που ήταν και μακρινή του εξαδέρφη. Μιας και το κάτι συμβαίνει για εκείνη ήταν ευφημισμός μόνο για ένα πράγμα.
Με παρεξήγησες. Δεν εννοώ κάτι δυσάρεστο… αν και μόλις που γνωρίζω τι εννοώ.
Σήμερα, συνέχισε μετά από μια παύση, Του Peters (κατάστημα) θα πωλήσει μια παρτίδα φυτών από τις Ανταμάνς (τα νησιά Ανταμάν και Νικομπάρ) και τις Ινδίες. Πρέπει να πάω να δω τι έχουν. Ίσως πρέπει να αγοράσω κάτι απροσδόκητο. Ίσως να είναι αυτό (που θα συμβεί).
Πρότεινε το φλιτζάνι του για ένα δεύτερο γέμισμα καφέ.
Είναι αυτά τα πράγματα που μαζεύει εκείνος ο φτωχός τύπος για τον οποίο μου έλεγες τις προάλλες; ρώτησε η ξαδέρφη καθώς του γέμιζε το φλιτζάνι.
Ναι, είπε και άρχισε να συλλογίζεται πάνω από ένα κομμάτι τοστ.
Τίποτε δεν μου συμβαίνει, παρατήρησε με σθένος, αρχίζοντας να σκέφτεται δυνατά. Αναρωτιέμαι γιατί; Αρκετά πράγματα συμβαίνουν στους άλλους ανθρώπους. Υπάρχει ο Harvey. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα: την Δευτέρα βρήκε ένα εξάπενο νόμισμα, την Τετάρτη τα κοτοπουλάκια του αρρώστησαν και τρίκλιζαν, την Παρασκευή επέστρεψε το ξαδέρφι του από την Αυστραλία και το Σάββατο έσπασε τον αστράγαλό του. Μα τι ενθουσιώδης δίνη γεγονότων! – σε αντίθεση με εμένα.
Νομίζω πως θα προτιμούσα λιγότερες εξάψεις, είπε η οικονόμος. Δεν μπορεί να είναι καλές για σένα.
Υποθέτω είναι ενοχλητικές. Παρόλα αυτά, βλέπεις, τίποτε δεν συμβαίνει σε έμενα. Όταν ήμουν μικρό αγόρι δεν πάθαινα ποτέ ατυχήματα. Δεν ερωτεύθηκα ποτέ καθώς μεγάλωσα. Δεν παντρεύτηκα… Αναρωτιέμαι πως νιώθει κανείς όταν κάτι του συμβαίνει, κάτι πραγματικά αξιοσημείωτο.
Εκείνος ο συλλέκτης ορχιδέων ήταν μόλις τριάντα έξι – είκοσι χρόνια νεότερός μου – όταν πέθανε. Και είχε ήδη παντρευτεί δύο φορές και χώρισε μια, έπαθε τον πυρετό της ελονοσίας και μια φορά έσπασε τον γοφό του. Κάποτε σκότωσε έναν Μαλαίο και μια φορά πληγώθηκε από ένα δηλητηριασμένο βέλος. Και τελικά σκοτώθηκε από βδέλλες της ζούγκλας. Θα πρέπει να ήταν όλα ενοχλητικά, αλλά επίσης ήταν πολύ ενδιαφέροντα, ξέρεις – εκτός ίσως από τις βδέλλες.
Είμαι σίγουρη πως δεν ήταν καλό για αυτόν, είπε με φρόνημα η κυρία.
Ίσως όχι. Και μετά ο Wedderburn κοίταξε το ρολόι του. Οκτώ και είκοσι τρία. Θα πάω με το τρένο των δώδεκα παρά τέταρτο, έτσι υπάρχει αρκετός χρόνος. Σκέφτομαι να φορέσω το πανωφόρι μου από αλπάκα – είναι αρκετά ζεστό – και το γκρίζο τσόχινο καπέλο και τα καφέ παπούτσια, υποθέτω…
Κοίταξε έξω από το παράθυρο τον γαλήνιο ουρανό και τον ηλιόλουστο κήπο και μετά νευρικά το πρόσωπο της ξαδέρφης του.
Νομίζω θα έπρεπε καλύτερα να πάρεις μια ομπρέλα αφού πηγαίνεις στο Λονδίνο, είπε με έναν τόνο που δεν επέτρεπε άρνηση. Είναι απόσταση από τον σταθμό μέχρι εδώ στην επιστροφή.
Όταν επέστρεψε βρισκόταν σε μια κατάσταση ήπιας ευφορίας. Είχε κάνει μια αγορά. Ήταν σπάνιο φαινόμενο το να αποφασίσει γρήγορα τι να αγοράσει, αλλά αυτή την φορά το έκανε.
Υπάρχουν Βάντες, είπε και ένα Δενδρόβιο και μερικές Φαλαινόψις. Επιθεώρησε τις αγορές του όσο κατανάλωνε την σούπα του. Ήταν απλωμένες στο αψεγάδιαστο τραπεζομάντιλο μπροστά του και έλεγε στην ξαδέρφη του τα πάντα για αυτές όσο έπαιζε άσκοπα με το δείπνο του. Ήταν κάτι σαν έθιμο να ξαναζεί τις επισκέψεις του στο Λονδίνο τα απογεύματα προς τέρψη της ξαδέρφης αλλά και δικής του.
Το ήξερα πως κάτι θα συνέβαινε σήμερα. Και αγόρασα όλες αυτές (τις ορχιδέες). Κάποιες από αυτές – κάποιες από αυτές – νιώθω σίγουρος, πως κάποιες από αυτές θα είναι αξιοθαύμαστες. Δεν ξέρω πως, αλλά νιώθω τόσο σίγουρος όσο σαν να μου το είπε κάποιος, πως κάποιες από αυτές θα αποδειχθούν αξιοθαύμαστες.
Αυτή εδώ – είπε δείχνοντας ένα ζαρωμένο ρίζωμα – δεν έχει ακόμη αναγνωρισθεί. Μπορεί να είναι Φαλαινόψις, ή και όχι. Μπορεί να είναι ένα νέο είδος, ή ακόμη και ένα νέο γένος. Και ήταν η τελευταία που μάζεψε ο φτωχός Batten.
Δεν μου αρέσει η όψη της, είπε η οικονόμος. Έχει τόσο άσχημο σχήμα.
Σε εμένα, ελάχιστα μοιάζει να έχει καν σχήμα.
Δεν μου αρέσουν αυτά τα πράγματα που προεξέχουν, συμπλήρωσε η οικονόμος.
Θα πρέπει να μπουν μέσα σε μια γλάστρα αύριο.
Μοιάζει, διέκοψε η οικονόμος, με αράχνη που προσποιείτε την νεκρή.
Ο Wedderburn χαμογέλασε και επιθεώρησε την ρίζα με το κεφάλι του στο πλάι. Σίγουρα δεν είναι μια όμορφη μάζα. Αλλά ποτέ δεν μπορείς να κρίνεις αυτά τα πράγματα από την εμφάνισή τους όσο είναι ξερά. Μπορεί όντως να αποδειχθεί μια πολύ όμορφη ορχιδέα. Πόσο απασχολημένος θα είμαι αύριο! Θα πρέπει να αποφασίσω απόψε τι ακριβώς να κάνω με αυτά τα πράγματα και αύριο να αρχίσω δουλιά.
Βρήκαν τον καημένο τον Batten να κείτεται νεκρός, ή να ξεψυχά, σε ένα βάλτο με μανγκρόβιες – ξεχνώ σε ποιον, ξεκίνησε να διηγείται ξανά, με μια από αυτές εδώ τις ορχιδέες πλακωμένη κάτω από το σώμα του. Δεν ένιωθε καλά τις τελευταίες μέρες και είχε κάποιον τοπικό πυρετό, υποθέτω θα λιποθύμησε. Αυτοί οι βάλτοι με τις μανγκρόβιες είναι πολύ ανθυγιεινοί. Λένε, μέχρι και η τελευταία του σταγόνα αίμα, ρουφήχτηκε από βδέλλες της ζούγκλας. Μπορεί αυτό εδώ το φυτό να είναι αυτό που του κόστισε την ζωή, συλλέγοντάς το.
Δεν ανεβαίνει στην εκτίμησή μου για αυτό.
Οι άντρες πρέπει να δουλεύουν αλλά οι γυναίκες μπορούν να κλαίνε*. είπε ο Wedderburn με βαθυστόχαστη βαρύτητα. [*σ.σ. αναφορά με μικρή παράφραση στο ποίημα Οι Τρεις Ψαράδες]
Φαντάσου να πεθαίνεις μακριά από κάθε άνεση σε έναν απειλητικό βάλτο! Φαντάσου να είσαι άρρωστος με τον πυρετό και να μην έχεις τίποτε να πάρεις εκτός από chlorodyne και κινίνη και κανείς γύρω σου παρά απαίσιοι ιθαγενείς! Λένε πως οι νησιώτες των νήσων Ανταμάν είναι οι πιο αηδιαστικοί φουκαράδες – και οπωσδήποτε δεν είναι καλοί νοσοκόμοι, χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση. Και όλα αυτά μόνο και μόνο ώστε οι άνθρωποι στην Αγγλία να έχουν ορχιδέες!
Δεν υποθέτω πως ήταν άνετα, αλλά μερικοί άντρες απολαμβάνουν τέτοιου είδους πράγματα, είπε ο Wedderburn. Οπωσδήποτε, η ομάδα του από ιθαγενείς, ήταν επαρκώς πολιτισμένοι ώστε να φροντίσουν τις μαζεμένες ορχιδέες μέχρι ο συνάδερφός του, ο οποίος ήταν ένας ορνιθολόγος, να επιστρέψει από την ενδοχώρα… αν και δεν μπορούσαν να πουν το είδος της ορχιδέας και το άφησαν να μαραθεί. Όλα αυτά κάνουν τα πράγματα πιο ενδιαφέροντα.
Τα κάνουν αηδιαστικά. Φοβάμαι την ελονοσία που προσκολλάται πάνω τους. Και για σκέψου μόνο, υπήρχε ένα πτώμα ξαπλωμένο πάνω σε αυτό το άσχημο πράγμα! Δεν το είχα σκεφτεί πριν. Ορίστε! Δηλώνω πως δεν μπορώ πλέον να φάω ούτε μια μπουκιά από το δείπνο.
Θα τις πάρω από το τραπέζι αν θέλεις και τα τις βάλω στο κάθισμα δίπλα στο παράθυρο. Μπορώ να τις βλέπω το ίδιο καλά και εκεί.
Οι επόμενες μέρες ήταν όντως πολυάσχολες στο γεμάτο ατμούς μικρό του θερμοκήπιο, φούρια με το κάρβουνο, κομμάτια τικ, σφάγνα και όλα τα άλλα μυστήρια ενός καλλιεργητή ορχιδέων. Θεώρησε πως απολαμβάνει μια υπέροχη περίοδο γεμάτη γεγονότα. Τα απογεύματα μιλούσε για αυτές τις νέες ορχιδέες στους φίλους του. Ξανά και ξανά επανερχόταν στην προσμονή του για κάτι περίεργο.
Αρκετές από τις Βάντες και το Δενδρόβιο μαράθηκαν υπό την φροντίδα του, αλλά η περίεργη ορχιδέα άρχισε να δείχνει σημάδια ζωής. Ήταν χαρούμενος και πήρε την οικονόμο του μακριά από το φτιάξιμο μαρμελάδας, στο θερμοκήπιο για να εξακριβώσει την ανακάλυψη του.
Αυτό είναι ένα μπουμπούκι, είπε, και σύντομα θα υπάρχουν πολλά φύλλα εδώ και αυτά εδώ τα πράγματα που βγαίνουν εδώ είναι εναέριες ρίζες.
Μου μοιάζουν με μικρά λευκά δάχτυλα που ξεμυτίζουν μέσα από το καφέ, είπε η οικονόμος. Δεν μου αρέσουν.
Γιατί όχι;
Δεν ξέρω. Μοιάζουν με δάχτυλα που προσπαθούν να σε φτάσουν. Δεν μπορώ να ελέγξω τι μου αρέσει και τι όχι.
Δεν το γνωρίζω με σιγουριά, αλλά δεν πιστεύω πως υπάρχουν ορχιδέες που να έχουν εναέριες ρίζες όπως αυτές. Ίσως να είναι η φαντασία μου φυσικά. Βλέπεις, είναι λίγο επίπεδες στις άκρες τους.
Δεν μου αρέσουν., είπε η οικονόμος, ενώ ξαφνικά αναρίγησε και γύρισε την πλάτη της. Ξέρω πως είναι χαζό εκ μέρους μου και λυπάμαι, ειδικά μιας και σου αρέσει τόσο πολύ αυτό το πράγμα. Αλλά δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι το πτώμα.
Μπορεί να μην ήταν αυτό ακριβώς το φυτό. Απλά έτσι υπέθεσα.
Η οικονόμος του ανασήκωσε τους ώμους της. Οπωσδήποτε δεν μου αρέσει, είπε.
Ο Wedderburn ένιωσε λίγο πληγωμένος με την δυσαρέσκεια της προς το φυτό. Αλλά αυτό δεν του απαγόρευε να της μιλά για τις ορχιδέες του γενικά και αυτή ακόμη την ορχιδέα, οποτεδήποτε είχε όρεξη.
Υπάρχουν τόσα αλλόκοτα πράγματα σχετικά με τις ορχιδέες, είπε μια μέρα, τόσες πιθανότητες για εκπλήξεις. Ξέρεις, ο Δαρβίνος μελέτησε την αναπαραγωγή τους και κατέδειξε πως ολόκληρη η δομή ενός λουλουδιού ορχιδέας έχει μηχανευθεί με σκοπό οι σκώροι να μεταφέρουν την γύρη από φυτό σε φυτό. Λοιπόν, υπάρχουν πολλές ορχιδέες των οποίων τα λουλούδια δεν θα μπορούσαν να γονιμοποιηθούν με αυτόν τον τρόπο. Για κάποια Κυπριπέδια για παράδειγμα, δεν υπάρχουν γνωστά έντομα που θα μπορούσαν να τις γονιμοποιήσουν και κάποια από αυτά δεν έχουν βρεθεί ποτέ με σπόρους.
Μα πως δημιουργούν νέα φυτά;
Με καταβολάδες και κόνδυλους και αυτού του είδους αποφύσεις. Αυτό εξηγείται εύκολα. Το παζλ είναι, για ποιον λόγο υπάρχουν τα λουλούδια;
Πολύ πιθανόν, πρόσθεσε, η ορχιδέα μου να είναι κάτι αξιοθαύμαστο με αυτόν τον τρόπο. Αν ναι, θα πρέπει να την μελετήσω. Σκέφτηκα κάποτε να κάνω μελέτες όπως ο Δαρβίνος. Μέχρι σήμερα δεν είχα βρει χρόνο, ή κάτι άλλο συνέβαινε και δεν μου το επέτρεπε. Τα φύλλα αρχίζουν να ξετυλίγονται τώρα, Εύχομαι πως θα ερχόσουν να τα δεις!
Είπε πως το θερμοκήπιο ήταν τόσο ζεστό που της προκαλούσε πονοκέφαλο. Είχε δει το φυτό άλλη μια φορά και τις εναέριες ρίζες, οι οποίες ήταν πλέον μακρύτερες από ένα πόδι και δυστυχώς της θύμιζαν πλοκάμια που προτάσσονται να πιάσουν κάτι. Κατάφεραν να εισβάλουν στα όνειρά της, μεγαλώνοντας ραγδαία για να την πιάσουν. Έτσι είχε κατασταλάξει, προς ικανοποίησή της, πως δεν θα έβλεπε το φυτό ποτέ ξανά και ο Wedderburn θα έπρεπε να θαυμάζει τα φύλλα της μόνος του. Ήταν της συνήθους πλατιάς φόρμας, βαθύ πράσινα με γυαλιστερή επιφάνεια, με κόκκινες κηλίδες και μπορντό προς την βάση. Δεν ήξερε για άλλα φύλλα σαν αυτά. Το φυτό είχε τοποθετηθεί σε έναν χαμηλό πάγκο κοντά στο θερμόμετρο και κοντά του ήταν μια απλή κατασκευή από την οποία ένας σωλήνας έσταζε πάνω στις καυτές σωλήνες νερού, κρατώντας τον αέρα γεμάτο ατμούς. Περνούσε πλέον τα απογεύματά του συλλογιζόμενος την επικείμενη ανθοφορία του παράξενου φυτού του.

Θερμοκήπιο εποχής με ορχιδέες.
Επιτέλους το υπέροχο πράγμα συνέβη. Αμέσως μόλις μπήκε στο μικρό του θερμοκήπιο, ήξερε πως ο ανθοφόρος είχε ανθίσει, παρόλο που η μεγάλη Phalaenopsis lowii έκρυβε την γωνία που βρισκόταν η νέα του αγάπη. Υπήρχε μια νέα μυρουδιά στον αέρα, ένα πλούσιο, έντονα γλυκό άρωμα, που υπερίσχυε κάθε άλλο στο συνωστισμένο του γεμάτο ατμούς μικρό θερμοκήπιο.
Τα λουλούδια ήταν λευκά, με ραβδώσεις από χρυσό πορτοκαλί στα πέταλα. Το βαρύ χείλος ήταν κουλουριασμένο σε μια περίπλοκη προεξοχή και ένα υπέροχο γαλαζωπό μοβ, αναμιγνύονταν με το χρυσό. Μπορούσε να δει αμέσως πως το γένος ήταν ολοκληρωτικά νέο. Και αυτή η ανυπόφορη μυρωδιά! Πόσο ζεστό ήταν το μέρος! Τα λουλούδια σχημάτιζαν σμήνος μπρος τα μάτια του.
Θα έβλεπε αν η θερμοκρασία ήταν σωστή. Έκανε ένα βήμα προς το θερμόμετρο. Ξαφνικά όλα άρχισαν να μοιάζουν ασταθή. Τα τούβλα στο πάτωμα χόρευαν πάνω κάτω. Μετά τα λευκά λουλούδια, τα πράσινα φύλλα πίσω τους, ολόκληρο το θερμοκήπιο, κινούνταν στο πλάι και μετά σε μια καμπύλη προς τα πάνω.
* * * * *
Στις τέσσερις και μισή η ξαδέρφη του έφτιαξε τσάι, σύμφωνα με το αμετάβλητο πρόγραμμά τους. Αλλά ο Wedderburn δεν ήρθε για το τσάι του.
Λατρεύει την απαίσια ορχιδέα του., είπε στον εαυτό της και περίμενε δέκα λεπτά. Το ρολόι του θα σταμάτησε. Θα πάω να τον φωνάξω.
Πήγε κατευθείαν στο θερμοκήπιο και ανοίγοντας την πόρτα, φώναξε το όνομά του. Δεν υπήρξε απάντηση. Παρατήρησε πως ο αέρας ήταν πολύ κοντά και γεμάτος με ένα έντονο άρωμα. Μετά είδε κάτι πεσμένο στα τούβλα μεταξύ των καυτών σωλήνων νερού.
Για ένα λεπτό, περίπου, έκατσε ακίνητη.
Ήταν πεσμένος ανάσκελα στην βάση της περίεργης ορχιδέας. Οι εναέριες ρίζες σαν πλοκάμια δεν ήταν πια κρεμασμένες ελεύθερα στον αέρα, αλλά όλες μαζί, σαν μπλεγμένα γκρι σχοινιά και τεντωμένα, με τις άκρες τους να ακουμπούν στο σαγόνι του και στον λαιμό του και στα χέρια του.
Δεν καταλάβαινε. Μετά είδε, κάτω από ένα θριαμβευτικό πλοκάμι στο μάγουλό του, μια μικρή κλωστή από αίμα.
Με μια άναρθρη κραυγή έτρεξε προς το μέρος του και προσπάθησε να τον τραβήξει μακριά από τις σαν βδέλλες ρουφήχτρες. Έσπασε δυο από τα πλοκάμια και ο χυμός τους έσταξε κόκκινος.
Το συντριπτικό άρωμα των λουλουδιών άρχισε να κάνει το κεφάλι της να γυρίζει. Πως είχαν πιαστεί πάνω του! Έσκιζε σκοινιά και τόσο αυτός όσο και τα λουλούδια έμοιαζαν να της ορμούν. Ένιωσε να λιποθυμά, ήξερε πως δεν έπρεπε. Τον άφησε και γρήγορα άνοιξε την κοντινότερη πόρτα και αφού ανέπνευσε λαχανιασμένα τον φρέσκο αέρα για μερικές στιγμές, είχε μια λαμπρή έμπνευση. Έπιασε μια γλάστρα και με αυτή έσπασε τα παράθυρα στο πίσω μέρος του θερμοκηπίου. Ξαναμπήκε. Ταρακουνούσε με ανανεωμένη δύναμη το ακούνητο σώμα του Wedderburn και έριξε την περίεργη ορχιδέα στο πάτωμα. Ήταν ακόμη αγκιστρωμένη με την χειρότερη επιμονή στο θύμα της. Μέσα στην αλλοφροσύνη της κατάφερε να τους σύρει μαζί στον ανοιχτό αέρα.
Σκέφθηκε να σκίσει μία μία όλες τις αιμοβόρες ρίζες και σε ένα λεπτό τον είχε απελευθερώσει και σύρει μακριά από τον τρόμο.
Ήταν χλωμός και αιμορραγούσε από μια ντουζίνα κυκλικές πληγές.
Ο επιστάτης ερχόταν από τον κήπο, έκπληκτος από το σπάσιμο του γυαλιού και την είδε να ξεπροβάλει σέρνοντας το ασάλευτο σώμα με αιματοβαμμένα χέρια. Για μια στιγμή σκέφθηκε απίθανα πράγματα.
Φέρε λίγο νερό! , ούρλιαξε και η φωνή της σκόρπισε τις σκέψεις του. Με μια αφύσικη προθυμία επέστρεψε με το νερό και την βρήκε να θρηνεί έντονα, με το κεφάλι του Wedderburn πάνω στο γόνατό της, σκουπίζοντας το αίμα από το πρόσωπό του.
Τι συνέβη; ρώτησε ο Wedderburn ανοίγοντας τα ασθενικά τα μάτια του και κλείνοντάς τα αμέσως.
Πήγαινε και πες στην Annie να έρθει εδώ και μετά πήγαινε αμέσως να φωνάξεις τον Δόκτωρ Haddon., είπε στον επιστάτη αμέσως μόλις τις έφερε το νερό και αφού τον είδε να διστάζει συμπλήρωσε: Θα σου τα πω όλα όταν γυρίσεις.
Ο Wedderburn άνοιξε τα μάτια του ξανά και βλέποντας τον προβληματισμένο από την περίεργη θέση του, του εξήγησε: Λιποθύμησες στο θερμοκήπιο.
Και η ορχιδέα;
Θα το φροντίσω. του είπε.
Ο Wedderburn είχε χάσει αρκετό αίμα αλλά παρόλα αυτά δεν είχε υποστεί κάποιον σοβαρό τραυματισμό. Του έδωσαν μπράντι ανακατωμένο με ένα ρος εκχύλισμα από κρέας και τον κουβάλησαν στο κρεβάτι του στον επάνω όροφο. Η οικονόμος διηγήθηκε τμήματα της ιστορίας στον Δόκτωρ Haddon. Ελάτε στο θερμοκήπιο με τις ορχιδέες να δείτε., συμπλήρωσε.
Ο κρύος αέρας φυσούσε μέσα από την ανοιχτή πόρτα και το αρρωστιάρικο άρωμα είχε διασκορπιστεί. Οι περισσότερες από τις σκισμένες εναέριες ρίζες είχαν ήδη μαραθεί ανάμεσα σε μερικούς μαύρους λεκέδες πάνω στα τούβλα. Η κορυφή του ανθοφόρου είχε σπάσει και είχε πέσει από το φυτό και τα λουλούδια είχαν αρχίσει να μαραζώνουν και να γίνονται καφέ στις άκρες των πετάλων. Ο γιατρός περπάτησε σκυφτός προς το μέρος τους, είδε πως μια από τις εναέριες ρίζες αναριγούσε ασθενικά και δίστασε.
Το επόμενο πρωί η παράξενη ορχιδέα κειτόταν στο ίδιο σημείο, πλέον μαύρη και σηπόμενη. Η πόρτα χτυπούσε κατά διαστήματα στο πρωινό αεράκι και οι αραδιασμένες ορχιδέες μαραινόταν κατάκοιτες. Όμως ο Wedderburn ήταν λαμπρός και φλύαρος μέσα στην δόξα της περίεργης περιπέτειάς του.